Randkerbe (Nemško)

Področje:


Nemško: Randkerbe
Grško: έλλειψη συνδέσεως με μορφή αυλακώσεως μεταξύ δύο διαδοχικών στρώσεων ή μεταξύ του μετάλλου βάσεως και του υλικού εναποθέσεως
Angleško: groove left between the parent material and the side of the deposited material , groove left between two runs
Francosko: caniveau , sillon
Portugalsko: cavidades



Vir: IATE - European Union, 2016

Komentiraj slovarski sestavek